Πως στήθηκε η πυραμίδα της Lehman Brothers στην Ελλάδα
Ο «Κόσμος του Επενδυτή» αποκαλύπτέι τη μηνυτήρια αναφορά-καταπέλτη του Συνηγόρου του Καταναλωτή για την απάτη εις βάρος 2.100 Ελλήνων αποταμιευτών »Εισαγγελική έρευνα για τη διαδρομή των δομημένων ομόλογων από τα γκισέ της CITIBANK μέχρι τα χαρτοφυλάκια των επενδυτών.
Η παρέμβαση της Δικαιοσύνης γίνεται ύστερα από τη μηνυτήρια αναφορά με τον ογκώδη συνοδευτικό φάκελο περίπου 500 σελίδων που κατέθεσε ο Συνήγορος του Καταναλωτή κ. Ευ. Ζερβέας στον προϊστάμενος Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Αθηνών Κ. Ι. Σακελλάκο. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή ζητά να διερευνηθεί η διάπραξη απάτης εις βάρος των καταναλωτών που αγόρασε τα «τοξικά» ομόλογα από την CITIBANK η οποία σήμερα αρνείται να τους αποζημιώσει, καλυπτόμενοι πίσω από την πτώχευση της Lehman. Επιπρόσθετα, ο Συνήγορος του Καταναλωτή ζητά από την Δικαιοσύνη να ερευνήσει και την ενδεχομένως ποινικά κολάσιμη συμπεριφορά των εκπροσώπων της CITIBANK έναντι της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, στις οποίες η τράπεζα παρουσίασε τα συγκεκριμένα ομόλογα ως καταθετικά προϊόντα που αναπτύσσει η ίσια μέσω του ομίλου CITIGROUP αναλαμβάνοντας έτσι και την εξόφληση των ομολόγων στη λήξη τους.
Η CITIBANK σύμφωνα με τον Συνήγορο Του Καταναλωτή, προωθούσε από το 2004 μέχρι και την πτώχευση της Lehman (στις 15/9/2008) tα συγκεκριμένα προϊόντα ως «καταθετικά και προστατευόμενου κεφαλαίου». Υποστήριζε μάλιστα ότι αυτά παρείχαν «διπλή» προστασία στους επενδυτές διότι καλύπτονται από την τράπεζα, αλλά και από το σύστημα εγγύησης επενδυτικών υπηρεσιών του Ηνωμένου Βασιλείου.
Στο διάστημα αυτό, η CITIBANK εισέπραξε προμήθειες άνω των 2 εκατ. ευρώ από τους Έλληνες πελάτες που έβαλε στα «τοξικά» ομόλογα.
Οι επενδυτές όταν απλοί καταθέτες της CITIBANK με σχεδόν «ακίνητους» λογαριασμούς που παροτρύνθηκαν να μεταφέρουν τις καταθέσεις τους σε «ένα ασφαλές επενδυτικό προϊόν υψηλών αποδόσεων και εγγυημένου κεφαλαίου».
Το θέμα έχει και διεθνή διάσταση, καθώς πληροφορίες του «ΚτΕ» αναφέρουν ότι αντίστοιχα προϊόντα πουλήθηκαν και σε άλλες Χώρες της Ευρώπης και της Ασίας όπου και εκεί πελάτες της τράπεζας αντιμετωπίζουν την ίδια κατάσταση. Κατά τις ίδιες πληροφορίες οι νομικοί εκπρόσωποι των πελατών που έχασαν το χρήματά τους από τα συγκεκριμένα προϊόντα της CITIBANK επιχειρούν να έρθουν σε επαφή και να κινητοποιήσουν και τις αρμόδιες εποπτικές Αρχές και τις Αρχές προστασίας των καταναλωτών.
Μέχρι και με «διπλή προστασία» πωλούνταν από την CITIBANK τα «τοξικά ομόλογα» στους καταναλωτές. Συγκεκριμένα, στις αιτήσεις αγοράς τίτλων που υπέγραψαν οι καταναλωτές, η CITIBANK ανέφερε ότι η επένδυση βρίσκεται όχι μόνο την προστασία της Lehman, αλλά υπό την επιπλέον προστασία που παρέχει το σύστημα εγγύησης επενδυτικών υπηρεσιών του Ηνωμένου Βασιλείου το οποίο προβλέπει 100% αποζημίωση του καταθέτη για το κεφάλαιό του.
Αυτό, όπως εκτιμά ο Συνήγορος του Καταναλωτή, γινόταν «για να πεισθούν οι υποψήφιοι να επενδύσουν» καθώς επρόκειτο για εξασφαλισμένη συναλλαγή ενδεχόμενης υψηλής απόδοσης αλλά μηδενικού επενδυτικού κίνδυνου για το αρχικό κεφάλαιο». Ωστόσο, όταν ζητήθηκε από καταναλωτή (το στοιχεία του είναι στην διάθεση του «Κτε») να ενεργοποιηθεί η «προστασία» αυτή ώστε να αποζημιωθούν μετά την πτώχευση της Lehman, τότε η CITIBANK απάντησε εγγράφως το αντίθετο, ότι δηλαδή δεν ισχύει η σχετική προστασία διότι δεν διαθέτει σχετική άδεια από την αγγλική Αρχή ο εκδότης τίτλων Lehman Brothers. Σύμφωνα με τον Συνήγορο Του Καταναλωτή, «αυτό το γνώριζαν εξαρχής η διοίκηση και τα εμπορικά στελέχη της CITIBANK και εκ δόλου βεβαίωναν εγγράφως τα αντίθετα στις αιτήσεις με στόχο την απατηλή προσέλκυση καταναλωτών στην εμφανιζόμενη ανύπαρκτου κινδύνου επένδυση – λόγω πολλαπλών εγγυήσεων -, γνωρίζοντας όμως στην πραγματικότητα την απουσία κάθε προστασίας στην περίπτωση πτώχευσης του εκδότη των τίτλων, όπως και αποδείχθηκε στην εν λόγω υψηλού ρίσκου και επιζήμια για τους καταναλωτές επένδυση».
Οι αντιφάσεις...
Η αντιφατική συμπεριφορά της τράπεζας εμφανίζεται σε έγγραφό της στις 8/9/2003 προς Την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, όπου με τίτλο «Διάθεση ομολόγων εγγυημένου κεφαλαίου» δηλώνει ότι επιθυμεί να είναι αντιπρόσωπος διάθεσης των ομολόγων με υποχρέωση εξόφλησης τους, «καταβάλλοντας το κεφάλαιο και το ποσό ενδεχόμενης απόδοσης τους με πίστωση του λογαριασμού που τηρεί ο επενδυτής σε αυτόν». Επίσης, στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται ότι η ανάπτυξη των τίτλων είναι αρμοδιότητα της Περιφερειακής Διεύθυνσης Ανατολικής Ευρώπης του ομίλου CITIGROUP με έδρα το Λονδίνο. Συνεπώς, κατά το Συνήγορο του Καταναλωτή, «η CITIBANK δηλώνει ότι είναι αντιπρόσωπος διάθεσης, οπότε και οφείλει να εξοφλήσει το κεφάλαιο, και όχι η Lehman, όπως σήμερα ισχυρίζεται. Παράλληλα ομολογεί ότι τα «τοξικά» ομόλογα πιθανόν είναι προϊόντα δικά της και όχι της Lehman όπως εκ των υστέρων και όψιμα τα εμφανίζει».
Συμπληρωματικό στοιχείο είναι ότι και σε έκθεση ελέγχου της τράπεζας της Ελλάδος σε κατάστημα στη Ν. Ιωνία, οι τίτλοι αναφέρονται ως «καταθετικά προϊόντα» και «προστατευμένου κεφαλαίου» και συμπεραίνει ότι έτσι παρουσιάστηκαν στην εποπτική Αρχή ώστε να εγκρίνει τη διάθεση τους στην αγορά.
……. και παραπλάνηση
Η CITIBANK διέθετε τα συγκεκριμένα προϊόντα ακόμα και μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Lehman από τους διεθνείς οίκους το 2007. Και το 2008 συνέχισε να παρέχει τέτοια ομόλογα στην αγορά με έντυπα αιτήσεων όπου η Lehman εμφανιζόταν απόλυτα αξιόπιστη με βάση διεθνείς αξιολογήσεις. Όπως αναφέρει στη μηνυτήρια αναφορά ο Συνήγορος του Καταναλωτή, «σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς των διοικούντων την τράπεζα στην Ελλάδα ότι η πτώχευση της Lehman ήταν απρόβλεπτο γεγονός, η έρευνα του Συνηγόρου έχει βάσιμες ότι η τράπεζα απέκρυψε τα γεγονότα αυτά από τους πελάτες προκειμένου να μην αποσύρουν τις καταθέσεις τους. Ενδεικτικό είναι ότι λίγες μέρες πριν από την πτώχευση της Lehman Brothers η CITIBANK φέρεται ότι έσπευσε να διασφαλίσει τα δικά της συμφέροντα και να δεσμεύσει 512 εκατ. δολάρια κεφάλαια που διέθετε στα ταμεία της σε βάρος της Lehman».
O Συνήγορος του Καταναλωτή επισημαίνει στην αναφορά του ότι «τα στελέχη της τράπεζας, αν και διέθεταν εσωτερική πληροφόρηση για την επισφαλή κατάσταση της Lehman, φέρονται ότι δολίως απέτρεψαν τους ανήσυχους πελάτες που επιθυμούσαν να ρευστοποιήσουν, ακούγοντας για τη χρηματοπιστωτική κρίση, με την ψευδή διαβεβαίωση ότι δεν υφίσταται κανένας κίνδυνος». Τρανταχτό παράδειγμα η περίπτωση πελάτισσας που στις 22/9/2008 και αφού η Lehman είχε πτωχεύση στις 15/09 επισκέφθηκε υποκατάστημα της CITIBANK και όχι μόνο δεν ενημερώθηκε για την πτώχευση αλλά – αντίθετα – της χορηγήθηκε έγγραφο ότι η αποτίμηση του κεφαλαίου της ανερχόταν σε 30χιλ. δολάρια.
Αθέμιτες Μέθοδοι
Στην μηνυτήρια αναφορά του Συνηγόρου του Καταναλωτή, ζητείται η Δικαιοσύνη να διερευνήσει ενδεχόμενη τέλεση αξιόποινων πράξεων εκ μέρους των μελών της διοίκησης, των επενδυτικών συμβούλων και των υπαλλήλων των 85 υποκαταστημάτων της εγκαταστημένης στην Ελλάδα τράπεζας CITIBANK INTERNATIONAL PLC με έδρα τη Ν.Υόρκη (και οι δύο μέλη του ομίλου Citigroup) για τη διαδικασία διάθεσης στην Ελληνική αγορά σύνθετα τραπεζικών προϊόντων – δομημένων της Lehman Brothers – τα οποία εμφανίζονταν σε διαφημιστικά φυλλάδια και έντυπα αιτήσεων αγοράς τίτλων που έπεισαν τους καταναλωτές να υπογράψουν ως δήθεν προϊόντα «100% εγγυημένου και προστατευμένου κεφαλαίου» έκδοσης της Lehman. Ωστόσο μετά την πτώχευση της Lehman τον Σεπτέμβριο του 2008, η αξία των τίτλων εμφανίζεται στα έντυπα της τράπεζας προς τους πελάτες της ως μηδενική λόγω έλλειψης δευτερογενούς αγοράς για τη διάθεση τους – όπως ισχυρίζεται η CITIBANK – ένεκα της οποίας υπάρχει πιθανότητα πρόκλησης εξαιρετικά σημαντικής βλάβης (ύψους περίπου 1,8 έκατ. ευρώ σε βάρος της περιουσίας των 60 καταναλωτών που προσέφυγαν στον Συνήγορο) και συνολικού ύψους περίπου 110 εκατ. ευρώ για 2.100 Έλληνες καταναλωτές, προς τους οποίους είχαν διατεθεί εκ μέρους των 85 υποκαταστημάτων της Citibank στη χώρα μας αντίστοιχοι τίτλοι, όπως προκύπτει από επίσημα στοιχεία και δημοσιεύματα».
Σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται στη μηνυτήρια αναφορά του Συνηγόρου του Καταναλωτή «προκύπτουν βάσιμες ενδείξεις ότι τα στελέχη της τράπεζας, δρώντας από κοινού και συντονισμένα ως σύμβουλοι επενδύσεων και ως προμηθευτές χρηματοοικονομικών προιόντων και επενδυτικών υπηρεσιών κατά το διάστημα 2004 έως 2008, παρήγαν και διέθεταν μέσω του δικτύου της λιανικής τραπεζικής που απευθύνεται στο πελατολόγιο των απλών καταθετών, και όχι μέω του δικτύου private banking που απευθύνεται σε εύπορους και κατά τεκμήριο έμπειρους επενδυτές» στα συγκεκριμένα «τοξικά» προιόντα». Μάλιστα στην αναφορά επισημαίνεται ότι «χρησιμοποιήθηκαν αθέμιτες προωθητικές μέθοδοι και με σκοπό αποκομιδής παράνομου οικονομικού οφέλους υπό μορφή προμηθειών και αμοιβών, το προιόν παρουσιάστηκε ως δήθεν μεγάλη ευκαιρία υψηλότερης απόδοσης από τις προθεσμιακές καταθέσεις με 100% εγγύηση και προστασία κεφαλαίου στη λήξη του. Εξάλλου, έτσι διαφημιζόταν το προιόν σε έντυπα της εταιρίας και ομοίως είχε παρουσιαστεί το 2003 από τη CITIBANK προς έγκριση κυκλοφορίας στις εποπτικές αρχές ΤτΕ και Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η ίδια τακτική προώθησης ακολουθήθηκε και προφορικά από τα στελέχη της CITIBANK προς τους πελάτες της, μεταξύ των οποίων και συνταξιούχοι, ναυτικοί, υπάλληλοι, νοικοκυρές, επαγγελματίες, έμποροι και άλλοι, με βάσιμη πιθανότητα αυτοί να υποστούν σημαντικότατη περιουσιακή βλάβη και να κινδυνεύουν να απολέσουν τις οικονομίες τους».
Aπόκρυψη στοιχείων
Ο Συνήγορος του Καταναλωτή αναφέρει ότι η τράπεζα και τα στελέχη της αποσιωπούν κρίσιμα για την διερεύνηση της υπόθεσης στοιχεία, τα οποία καταγράφει ως εξής:
1. Απέφυγε να παράσχει αναλυτική τεκμηρίωση από το 2004 έως σήμερα για τη διαδικασία με την οποία διατέθηκαν από την τράπεζα τα χρήματα των καταναλωτών μετά την υπογραφή των σχετικών αιτήσεων, όπως και το που και με ποιες διαδικασίες και με ποιόν έγινε η έγκριση τους, καθώς και σε ποιον λογαριασμό της Lehman Brothers ή άλλου δικαιούχου κατατέθηκαν και πότε τα χρηματικά ποσά των φερόμενων ως παραπλανηθέντων πελατών της.
2. Δεν κατατέθηκε στο Συνήγορο η σύμβαση μεταξύ της CITIBANK και Lehman Brothers ώστε να προκύψει ποιος ήταν ο εκδότης των τίτλων και ποια η διαδρομή των χρηματων από τα ταμεία της CITIBANK προς ποια νομική οντότητα της Lehman ή θυγατρικών της εταιριών και ποιες είναι οι πλήρεις δοσοληψίες τους (εκκαθαρίσεις, προμήθειες των «τοξικών»…
3. Δεν έγινε γνωστό στο Συνήγορο το ύψος της συνολικής προμήθειας όλων των ενδιάμεσων φορέων που μεσολαβούσαν στη διαχείριση των τίτλων, παρά μόνο το ύψος της δικής του προμήθειας (1,5-3%). Μάλιστα στην αίτηση που υπέγραφαν οι καταναλωτές με την τράπεζα υπήρχε όρος που ανέφερε (καταχρηστικά και αόριστα και κατά παράβαση της νομοθεσίας) τη δυνατότητα είσπραξης εκ μέρους των πωλητών και υπαλλήλων της CITIBANK, της CITIGROUP και των θυγατρικών της και άλλες προμήθειες επιπρόσθετες της αρχικής και άλλες ανταμοιβές σε χρήμα και είδος ανάλογα με την επένδυση».
Πηγή: Εφημερίδα "Ο Κόσμος του Επενδυτη" Δημοσιεύθηκε στις 7-8/02/2009
|